Οι βίγλες της Χίου

 

Από το 1207 μέχρι τα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα σε ολόκληρο το Αιγαίο από τις ακτές της νότιας Θράκης μέχρι και τη Ρόδο και τις νότιες ακτές της Πελοποννήσου, διαμορφώθηκε ένα δίκτυο οικισμών και οχυρών που παρακολουθεί ακτές, αγκυροβόλια, θαλάσσιες ρότες και περάσματα πλοίων. 

Η διαμόρφωση αυτού του δικτύου σχετίζεται άμεσα με την ύπαρξη της πειρατείας. Η πειρατεία είναι φαινόμενο πανάρχαιο και ενδημικό στη Μεσόγειο. Ήδη κατά τους τελευταίους βυζαντινούς αιώνες μουσουλμάνοι πειρατές , οι Μπαρμπαρέζοι ή Αλτζερίνοι όπως τους ονόμαζαν (Αλγερινοί, Τυνήσιοι, Μαροκινοί), δρούσαν σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και λεηλατούσαν τα παράλιά της από την Ισπανία ως τη Συρία.
 
Η πρωτοφανής διάδοση της πειρατείας οφείλεται στην αδυναμία του Βυζαντίου από το 12ο αιώνα και της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στη συνέχεια να διατηρήσουν τον ουσιαστικό έλεγχο των θαλασσών. Η κατάσταση επιδεινώθηκε , ιδιαίτερα στην ανατολική Μεσόγειο, μετά την προέλαση των τουρκικών φύλων στη Μικρά Ασία και την εγκατάστασή τους στα δυτικά παράλιά της. Την εποχή εκείνη η πειρατεία εξελίσσεται σε αληθινή μάστιγα για τους πληθυσμούς των νησιών και των παραλίων των ελληνικών θαλασσών. Πραγματική λαίλαπα όμως υπήρξε η δράση του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα (15ος-16ος αιώνας) που με τις επιδρομές , τις λεηλασίες και την αιχμαλωσία χιλιάδων Ελλήνων έσπειρε τον τρόμο στο Αιγαίο και ερήμωσε αρκετά νησιά.
    
Οι κάτοικοι των νησιών για να σωθούν από τους πειρατές απομακρύνθηκαν από την παραλία και έκτισαν τους οικισμούς τους προς το εσωτερικό ,σε απόσταση 1-3 ωρών και σε τόπο αθέατο από τη θάλασσα. Επειδή οι επιδρομές και οι αποβάσεις των πειρατών γίνονταν ξαφνικά με σκοπό να βρουν τους κατοίκους απροετοίμαστους, οι νησιώτες για να αποφύγουν τον αιφνιδιασμό έκτιζαν μικρούς πύργους ή παρατηρητήρια σε ορισμένα επίκαιρα σημεία που είχαν εμπρός τους την ανοικτή θάλασσα. Τα παρατηρητήρια αυτά ήταν οι βίγλες (ή βιγλαριά ή βιγλοστάσια).
 
Οι βιγλάτορες, οι φύλακες του παρατηρητηρίου, ερευνούσαν τον ορίζοντα, ώστε μόλις αντιληφθούν την παρουσία ύποπτων καραβιών να δώσουν το σύνθημα του κινδύνου με πυροβολισμούς ή με καπνούς (φουμάδες) ή με άναμμα φωτιάς. Οι κάτοικοι των οικισμών με αυτό τον τρόπο ενημερώνονταν και προσπαθούσαν να αμυνθούν.
 
Η λέξη βίγλα έχει ρίζα ιταλική (από το ρήμα vigilare:επιτηρώ, ελέγχω). Η αντίστοιχη ελληνική λέξη είναι φρυκτωρία ή φανόπυργος (από το άναμμα φανού δηλαδή φωτιάς). Στην τραγωδία ‘’Αγαμέμνονας ‘’ του Αισχύλου στους στίχους 281-316 αναφέρεται ότι μεταδίδεται με φρυκτωρίες η είδηση για την άλωση της Τροίας. Η λέξη βίγλα έχει επικρατήσει πιθανότατα λόγω της πολύχρονης παραμονής λατινογενών κατακτητών, όπως οι Γενοβέζοι και οι Βενετοί, στο Αρχιπέλαγος.
 
Ειδικότερα στην περίπτωση της Χίου το αμυντικό δίκτυο που αποτελούνταν από τις βίγλες , τους κεντρικούς πύργους στα καστροχώρια (χωριά κτισμένα σε φρουριακή μορφή) και τα κάστρα αναπτύχθηκε επί Γενουατοκρατίας (1346- 1566) και συνέχισε να λειτουργεί τουλάχιστον μέχρι τα μέσα του 17ου αιώνα. Τη συγκεκριμένη εποχή τρία ή τέσσερα χωριά δαπανούσαν από κοινού και έκτιζαν βίγλες στις ακτές του νησιού, σε απόσταση 3-4 μιλίων τη μία από την άλλη, στέλνοντας στην καθεμιά από δύο φύλακες. Οι βίγλες αυτές ήταν πυκνότερες στα μέρη όπου προσφέρονταν για αποβάσεις από τη θάλασσα, όπως συμβαίνει στις νότιες ακτές του νησιού. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς στη Χίο υπήρχαν πάνω από 50 βίγλες στην περίμετρο του νησιού. 
 
Οι βίγλες της βόρειας Χίου είναι σχεδόν κατεστραμμένες με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εντοπιστούν. Αντίθετα οι βίγλες της νότιας, αλλά και της δυτικής Χίου είναι σε σαφώς καλύτερη κατάσταση και ορισμένες είναι σχεδόν άθικτες (βίγλα Παχύ στο Τηγάνι Σιδηρούντας, βίγλα Λειβαδιού Μεστών, βίγλα Τραχηλιού Λιθίου, βίγλα Ελίντας). Όμως η πρώτη ανάμεσα στις βίγλες είναι η μεγάλη βίγλα του Κουλά μέσα στο κάστρο της Χίου. Η συγκεκριμένη βίγλα έχει σχήμα ημικυλινδρικό σε αντίθεση με όλες τις άλλες βίγλες που έχουν κυλινδρικό σχήμα.
 
Το ύψος μιας βίγλας κυμαίνεται από 12 έως 20 μέτρα, ενώ η διάμετρος της βάσης της γύρω στα 15 μέτρα. Όμως η βάση (σκάρπα όπως λέγεται) είναι πιο ανοικτή για λόγους ευστάθειας , αλλά και για λόγους αμυντικούς. Σε πολλές περιπτώσεις οι βιγλάτορες δέχονταν επίθεση από τους επιδρομείς (πειρατές) και δεν ήταν εύκολο να τους εξολοθρεύσουν. Για το λόγο αυτό οι βιγλάτορες διέθεταν ελαφρύ οπλισμό για την άμυνά τους. Παράλληλα στις βίγλες υπήρχαν πολεμίστρες και καταχύστρες, αλλά δεν υπήρχαν πόρτες ή άλλο είδος ανοίγματος. Οι βιγλάτορες πετούσαν ένα σκοινί με γάντζο και αφού στερεώνονταν, αναρριχόνταν στη βίγλα. Συχνά όμως άφηναν στερεωμένο ένα σκοινί για να μην πετούν κάθε φορά το γάντζο. Παρατηρώντας τις μεγάλες πέτρες στο μοναδικό παράθυρο μπορεί κάποιος να διακρίνει τα σημάδια από τα σκοινιά που οι βιγλάτορες τραβούσαν για να ανέβουν. Το εσωτερικό της βίγλας είναι μπαζωμένο με χώμα και πέτρες κατά τα δύο τρίτα. Από τη μία πλευρά υπήρχε ένα μικρό υπόστεγο που χρησίμευε για να κρύβονται τα ξύλα ώστε να παραμένουν στεγνά και για να κοιμούνται οι βιγλάτορες. Γύρω από κάθε βίγλα υπήρχαν και μικρά, βοηθητικά κτίσματα για τα ζώα του βιγλάτορα, την τροφή τους ,αλλά και αποθήκη ξυλείας για να μπορούν να καίνε σε περίπτωση που γινόταν συνεχής μετάδοση μηνυμάτων.
 
Στην ευρύτερη περιοχή των Θυμιανών υπήρχαν βίγλες στην περιοχή Παλιόβιγλα (μεταξύ Καρφά και Αγίας Ερμιόνης), Αγία Ελένη (πάνω από τον Καρφά) και Γαδαράς (μεταξύ Αγίας Φωτεινής και Μεγάλου Λιμνιώνα). Βίγλα επίσης υπήρχε και στην τοποθεσία Μεροβίγλι που, όπως λέει η ίδια η λέξη, είχε φύλακες μόνο την ημέρα μια και η τοποθεσία επιτρέπει την παρατήρηση του πελάγου την ημέρα, όχι όμως και τη νύχτα λόγω της μεγάλης απόστασης από τη θάλασσα.
 
Η βίγλα στην περιοχή της Παλιόβιγλας δεν σώζεται σήμερα. Η βίγλα της Αγίας Ελένης κτίστηκε για να ελέγχει τον κόλπο του Καρφά και έβλεπε ό,τι πλησίαζε από νότια, νοτιοδυτικά και από βόρεια προς το κεντρικό λιμάνι. Η συγκεκριμένη βίγλα ανακατασκευάστηκε με σύγχρονα υλικά κατά τη δεκαετία του 1990. Η βίγλα στο Γαδαρά δεσπόζει σε ένα ύψωμα εκατό μέτρα ψηλότερα από την επιφάνεια της θάλασσας και έλεγχε τις παραλίες Μέγας Λιμνιώνας και Αγία Φωτεινή  από τους πειρατές. Η βίγλα δεν είναι διατηρημένη, έχουν πέσει περίπου τα τρία τέταρτα αυτής, αλλά ό,τι απομένει θυμίζει την εποχή του Μεσαίωνα και τις πειρατικές επιδρομές.
 
Η λαϊκή παράδοση είναι πλούσια από ρίμες, νανουρίσματα, ιστορίες και Δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται στις βίγλες και τους πειρατές. Τα παρακάτω νανουρίσματα προέρχονται από το χωριό Αμάδες, στη βόρεια Χίο.
 
1‘’Μήτε με τ’ άστρι μάλωνα, μήτε με το φεγγάρι,
μήτε με τον αυγερινό, που σαστ’ αγαπημένοι
χρυσόν υγιόν εβίγλιζα στην αργυρή του κούνια’’.
2 ‘’Νάνι νάνι νάνι του.
Να μου το πάρεις ύπνε μου. Τρεις βίγλες θα του βάλλω,
Τρεις βίγλες, τρεις βιγλάτορες κι οι τρεις αντρειωμένοι:
Βάλλω τον ήλιο στα βουνά, τον αετό στους κάμπους,
Τον κυρ-Βοριά το δροσερόν ανάμεσα πελάγου.
Ο ήλιος εβασίλεψε, ο αετός κοιμήθη,
Κι ο κυρ-Βοριάς ο δροσερός στης μάνας του πηγαίνει’’.
 
Η παρακάτω ιστορία είναι από το χωριό Άγιο Γάλα, στη βόρεια Χίο:
 
Το χωριό στον Άγιο Πέτρο και οι πειρατές
‘’Στον Άην Πέτρο ήταν χωριό πλούσιο και μεγάλο. Είχασι το παναϋριν τως τ’ Άη Πέτρου και ήρταν πειρατές που κάμνασι πως ήταν τάχατες ξένοι και ήρταν για το παναϋριν. (Δ)εν τους εκατάλαβεν κανείς, γιατί είχασιν αφησμένα και τα καράβια τους αλάργα (μακριά). Την ώραν που εχορεύγαν ένας αφ’ τους πειρατές που ‘λυπήθην φαίνεται τα μωρόπαιδα και ήθελε να προϊδεάσει για το κακό που θα γίνουνταν ερκίνησεν κι ετραβούδιε:
Για χορεύγετε , κοπέλες λεύτερες και παντρεμένες
Για χορεύγετε ,κοπέλες, τα μαλλιά σας στις αντένες
Για χορεύγετε , κοπέλες, ώσπου να ‘βγει το φεγγάρι.
Κι αφ’της έβγει το φεγγάρι κάτω του γιαλού πλεμένες.
Κάτω του γιαλού πλεμένες, του γιαλού περιπλεμένες.
Τα μωρά παιδιά στον ώμο να διαβαίνετε το δρόμο.
 
Κανένας , όμως, (δ)εν εκατάλαβεν ίντα ‘θελεν να πει, παρά μόνο μια μάνα που πήρεν παράμερα τις τρεις κόρες της και τους είπεν να φύ(γ)ουν όλες ,γιατί οι ξένοι (δ)εν έχουν καλό σκοπό. Οι δυο κόρες της όμως (δ)εν την εκολούθησαν και έφυ(γ)εν με τη μιαν της. Φεύγοντας κατά τα βουνά ενεντιάσαν (αντίκρυσαν) απ ‘αλάργα το χωριό να καύγεται. (Δ)εν έμεινεν τίποτις πια , μήτε ανθρώποι μήτε σπίτια. Απ’ έδετοτες το χωριό ερημώθηκε, μα εν (είναι) έδεκει χωσμένο πολύ χρυσό που μέχρι τώρα (δ)εν το ‘χει έβρει κανείς’’.
 
Βιβλιογραφία
‘’Ιστορία του Ελληνικού έθνους’’, τόμος Ι΄ ,Εκδοτική Αθηνών.
‘’Χίος ημερολόγιο 1973’’ ‘’Βιβλιοπωλείον Χαβιάρα’’
‘’Βιγλίζοντας’’- ‘’Θάλασσα και πολιτισμός. Εξερευνώντας τα μεσαιωνικά παρατηρητήρια’’ 2ο Σύστημα Ναυτοπροσκόπων Χίου. Κείμενα -επιμέλεια Νίκος Π. Γανιάρης Αρχηγός Συστήματος. Χίος Νοέμβριος 2000. Έκδοση ‘’άλφα πι’’.
‘’Λαογραφικοί θησαυροί Θυμιανών’’  του Κυριάκου Πρωάκη, Χίος 2003.
‘’Το Άγιο Γάλας της Χίου. Μνημείο Φύσης, Ιστορίας και Τέχνης’’ του Κων. Ε. Φραγκομίχαλου,Ph.D.(Lon.). Εκδόσεις ‘’άλφα πι’’ 2008.
“Βίγλες της Χίου” Πτυχιακή Δημητρίου Ψαλτάκη εργασία , 2007-2008
 
 
[Επιμέλεια κειμένου: Μαρκέλλα Γαλάτουλα, φιλόλογος]